Γοργοφόνα

Γοργοφόνα
Γοργοφόνᾱ , Γοργοφόνη
fem nom/voc/acc dual
Γοργοφόνᾱ , Γοργοφόνη
fem nom/voc sg (doric aeolic)
Γοργοφόνος
Gorgon-killing
neut nom/voc/acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Горгофона — (др. греч. Γοργοφόνα, «убийца Горгоны»)  в древнегреческой мифологии  эпитет Афины. Аналогично, Горгофон (др. греч. Γοργοφόνος)  эпитет Персея. Горгофоной звалась также дочь Персея и Андромеды. От первого брака она родила Левкиппа… …   Википедия

  • Γοργοφόνος — Μυθολογικόπρόσωπο. Βασιλιάς των Επιδαυρίων και ιδρυτής των Μυκηνών. Οι υπήκοοί του τον είχαν εξορίσει, αλλά καθώς περνούσε από το Άργιον όρος βρήκε λαβή ξίφους από ελεφαντόδοντο· θυμήθηκε τότε τον παλαιό χρησμό που τον προέτρεπε να χτίσει πόλη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”